08-16-2025 9:42
Διεθνή
- Κατηγορία: Διεθνή
Ο κίνδυνος της «Ταπείνωσης» ως πολιτικής πράξης

Ο ανθρωπολόγος Σαχράμ Χοσραβί αναδεικνύει με ποιους τρόπους η ταπείνωση και ο εξευτελισμός λειτουργούν ως αποικιοκρατικές πρακτικές στις σύγχρονες γεωπολιτικές εξελίξεις.
Του Shahram Khosravi. Μετάφραση κειμένου Ιωάννης Μυλωνέλης - kosmodromio.gr
Μετά το πέρας των επιθέσεων στα τέλη Ιουνίου του 2025, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωνε δημόσια πως: «Το Ιράν είναι ο νταής της Μέσης Ανατολής και πρέπει τώρα να επιδιώξει την ειρήνη. Αν δεν το πράξει, οι μελλοντικές επιθέσεις θα είναι πολύ πιο ισχυρές και πιο εύκολες. Επί 40 χρόνια το Ιράν διακηρύσσει ‘Θάνατος στην Αμερική, Θάνατος στο Ισραήλ’».
Παρά την επίσημη έκθεση του Γενικού Διευθυντή της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας Ραφαέλ Γκρόσι, η οποία ανέφερε πως δεν υπήρχαν απτά στοιχεία ότι το Ιράν κατέχει πυρηνικά όπλα, ο Τραμπ προέβη στις επιθέσεις. Το χτύπημα των Ηνωμένων Πολιτειών που παρότι παρουσιάστηκε ως μια προληπτική ενέργεια απέναντι σε μια υπαρξιακή απειλή, αντιθέτως, κατέστη σαφές ότι επρόκειτο ως μια πράξη εκδίκησης στις επαναλαμβανόμενες ταπεινώσεις που υπέστησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες από το Ιράν, έπειτα από την Επανάσταση του 1979.
Ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός ότι και η ίδια η Ιρανική Επανάσταση του 1979 ερμηνεύεται από πολλούς ως η απάντηση στην ταπείνωση του ιρανικού έθνους από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ο ιρανικός επαναστατικός λόγος συχνά επικαλούνταν τον όρο estekbar-e jahani (παγκόσμια αλαζονεία) με σκοπό να περιγράψει τις καταπιεστικές πολιτικές των δυτικών δυνάμεων έναντι του Ιράν. Η επανάσταση παρουσιάστηκε ως εξέγερση ενάντια σε αυτήν την αυτοκρατορική αλαζονεία. Οι Ιρανοί εξεγέρθηκαν επειδή ένιωθαν ταπεινωμένοι από τις αλαζονικές και δεσποτικές Ηνωμένες Πολιτείες. Η ταπείνωση μετατράπηκε σε καύσιμο ενός επαναλαμβανόμενου κύκλου εχθρικών γεωπολιτικών εξελίξεων. Αναμφίβολα, υπάρχει ριζική διαφορά ανάμεσα στην ταπείνωση που προκαλούν τα συνθήματα όπως «Κάτω η Αμερική» και στην ταπείνωση που προκαλούν βόμβες βάρους 13.000 κιλών.
Η αποικιοκρατική ιστορία είναι γεμάτη από παρόμοια παραδείγματα, όπου η υποτιθέμενη προσβολή της αυτοκρατορικής αξιοπρέπειας αποτέλεσε πρόσχημα για την επιβολή συντριπτικής βίας. Το 1840, όταν η Κίνα απαγόρευσε τις εισαγωγές οπίου, η βασίλισσα Βικτωρία χαρακτήρισε την πράξη ως «προσβολή της προσωπικής της αξιοπρέπειας». Η υποτιθέμενη αυτή προσβολή αποτέλεσε τη βάση για την έναρξη αυτού που θα καταγραφεί ως ο «Αιώνας της Ταπείνωσης» -μια μακρά περίοδος ξένης κυριαρχίας στην Κίνα. Όπως η βασίλισσα Βικτωρία τότε, έτσι και ο Τραμπ σήμερα, κατασκεύασαν ένα αφήγημα ταπείνωσης της αυτοκρατορίας τους από υποτελή κράτη ώστε να νομιμοποιήσουν την αντεκδίκηση ως πολιτική πράξη. Ακόμη κι αν στη μια περίπτωση η προσβολή ήταν φαντασιακή, η απάντηση υπήρξε απολύτως πραγματική.
Η ταπείνωση ανέκαθεν λειτουργούσε ως πολιτικό εργαλείο· ωστόσο, ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο εμφανής στον χώρο των διεθνών σχέσεων. Η πολιτική ταπείνωση συνιστά μια εσκεμμένη ενέργεια εξευτελισμού, υποτίμησης ή διασυρμού ενός έθνους, συλλογικοτήτων ή ακόμα και ενός προσώπου στον δημόσιο πολιτικό χώρο. Τα ισχυρά κράτη χρησιμοποιούν αυτές τις πρακτικές και ρητορικές με στόχο να υπονομεύουν την αξιοπρέπεια, την κυριαρχία ή το κύρος λιγότερο ισχυρών πολιτικών οντοτήτων.
Επίσης, η ταπείνωση ως πολιτική πράξη αποτελεί ένα ηθελημένο αποικιακό εργαλείο εδώ και αιώνες, σχεδιασμένο για να υποτάσσει, να κυριαρχεί και να καταπιέζει τις αποικιοκρατούμενες κοινωνίες. Η ταπείνωση έχει ως στόχο να καλλιεργήσει και να ενισχύσει το αίσθημα κατωτερότητας μεταξύ των αποικιοκρατούμενων, νομιμοποιώντας με αυτόν τον τρόπο την πειθαρχία και την τιμωρία προς αυτούς.
Τα πρόσφατα περιστατικά πολιτικής ταπείνωσης στις διεθνείς σχέσεις ακολουθούν ανάλογα μοτίβα, με μία βασική διαφορά: σήμερα, η ταπείνωση είναι ορατή και οπτικοποιείται, ενισχύοντας έτσι τη βιωματική της διάσταση για τα υποκείμενα που την υφίστανται. Είναι όλο και πιο σκηνοθετημένη, μεγεθυμένη και καταναλώσιμη ως θέαμα. Οι αναπαραστάσεις της πολιτικής ταπείνωσης εμφανίζονται παντού, από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης έως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Στις 28 Φεβρουαρίου του 2025, ο κόσμος παρακολούθησε ζωντανά μια εκκεντρική πράξη πολιτικής ταπείνωσης. Κατά τη διάρκεια επίσημης συνάντησης στον Λευκό Οίκο, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής ντόναλντ Τραμο και ο αντιπρόεδρος τζέι Ντι Βανς χλεύασαν δημοσίως τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Έπειτα από αυτή τη σκηνή δημόσιου εξευτελισμού, ο Τραμπ δήλωσε:
Αυτή θα είναι μια εξαιρετική τηλεόραση.
Η ταπείνωση λειτουργεί ως η καταλυτική εκείνη δύναμη η οποία είναι καθοριστική για την άνοδο και την πτώση αυτοκρατοριών, για την πρόκληση πολέμων και επαναστάσεων, καθώς και για τη διαμόρφωση μελλοντικών συγκρούσεων. Η πολιτική της ταπείνωσης έχει μετατραπεί σε κανονικότητα στις διεθνείς σχέσεις. Εξακολουθεί να λειτουργεί ως longue durée της αποικιοκρατίας, θεσμοθετημένη μέσα από τον φυλετικό καπιταλισμό, τον εθνικισμό και άλλα κατασκευάσματα που ορίζουν ορισμένες ομάδες ώστε κάποιες άλλες ομάδες να είναι διαρκώς εκμεταλλεύσιμες ή αναλώσιμες.
Καθώς η ταπείνωση είναι συλλογική και ενσωματώνεται στις κοινωνικές δομές, καθίσταται ουσιαστικά πολιτική. Επειδή η ταπείνωση στοχεύει σε συλλογικές ταυτότητες -τάξη, φύλο, θρησκεία, φυλή ή σεξουαλικότητα- δεν μπορεί να διαχωριστεί από τα ευρύτερα συστήματα εξουσίας: πατριαρχία, ρατσισμό, καπιταλισμό και ετεροκανονικότητα. Η ταπείνωση, επομένως, είναι ταυτόχρονα μια συλλογική και πολιτικοποιημένη δύναμη.
Η γενοκτονία που εξελίσσεται αυτή τη στιγμή στην Παλαιστίνη έχει τις ρίζες της στην προγενέστερη απανθρωποποίηση του Παλαιστινιακού λαού. Η ταπείνωση αποτελεί δομικό συστατικό μιας γενοκτονίας. Ίσως, η πιο βάναυση μορφή ταπείνωσης που βιώνουν οι Παλαιστίνιοι να είναι η άρνηση της αναγνώρισής τους ως έθνους. Το πρόσφατο στάδιο της γενοκτονίας μπορεί να περιγραφεί και ως «η ταπείνωση της πείνας», ο εκούσιος λιμός των ανθρώπων, η αναγκαστική αναμονή σε «ουρές ταπείνωσης», όχι για την ελευθερία αλλά για το φαγητό.
Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής κατά του Ιράν αποτελούν μέρος μιας μακρόπνοης και ευρύτερης στρατηγικής «να γονατίσουν το Ιράν».
Το Ιράν, εδώ και δεκαετίες, υφίσταται ένα από τα πιο πολύπλοκα και τιμωρητικά καθεστώτα οικονομικών κυρώσεων στη σύγχρονη ιστορία, εκπορευόμενο κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Οι κυρώσεις έχουν χαρακτηριστεί ως «οι πιο γνωστές εξοντωτικές κυρώσεις στην ιστορία». Για τους Ιρανούς, σε ατομικό επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι στερούνται των ευκαιριών ατομικής αυτοπραγμάτωσης και περιορίζουν την παγκόσμια κινητικότητά τους. Τους στερείται η δυνατότητα να είναι ενεργοί δρώντες στη διαμόρφωση συλλογικού τους μέλλοντος. Αυτή η μορφή ταπείνωσης αναιρεί τον ιστορικό ρόλο του Ιράν και τις φιλοδοξίες του λαού του.
Οι κυρώσεις παράγουν μια διάχυτη αίσθηση αδυναμίας. Οι Ιρανοί γνωρίζουν πολύ καλά πως μια και μόνο δήλωση του Λευκού Οίκου μπορεί να καταβαραθρώσει το νόμισμά τους, να εκτοξεύσει τον πληθωρισμό της χώρας ή να περιορίσει την πρόσβασή τους σε βασικά αγαθά. Η διαρκής αβεβαιότητα και οι συνεχιζόμενες απειλές κλιμάκωσης των συγκρούσεων γεννούν ένα διάχυτο κλίμα εθνικής ανησυχίας και ανασφάλειας. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δηλώνουν συχνά πως «όλες οι επιλογές παραμένουν στο τραπέζι», μια συγκαλυμμένη απειλή στρατιωτικής επέμβασης. Αυτή η ρητορική μεταφράζεται σε μια καθημερινή αίσθηση ευαλωτότητας και φόβου.
Όταν οι πρόεδροι των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής κάνουν λόγο για «παραλυτικές κυρώσεις» ή για το «γονάτισμα του Ιράν», χρησιμοποιούν μεταφορές σωματικής βλάβης για να περιγράψουν τις πολιτικές τους στρατηγικές. Παρόμοιοι όροι χρησιμοποιούνται και από τους Ιρανούς σχολιαστές, όπως ο όρος tahrimhaye falaj konandeh (εξουθενωτικές κυρώσεις), φανερώνοντας μια κοινή αντίληψη βιοπολιτικού ελέγχου. Σκοπός τους είναι η εξασθένιση της αντίστασης, το «γονάτισμα» των Ιρανών ώστε να εξαναγκαστούν σε υποταγή.
Στο σημείο αυτό, η ταπείνωση δεν αποτελεί απλώς συνέπεια των συγκρούσεων. Αποτελεί διπλωματική στρατηγική. Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις είναι απίθανο να ευοδώσουν, λόγω αμοιβαίας δυσπιστίας δεκαετιών και σωρευμένων τραυμάτων. Ο φόβος μιας νέας ταπείνωσης βασίζεται στην εμπειρία των προηγούμενων ταπεινώσεων.
Η ταπείνωση διαθέτει ιστορικό βάθος. Από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, το Ιράν έχει βιώσει μια σειρά από πολιτικές ταπεινώσεις -πολλές από τις οποίες προήλθαν από τις δυτικές δυνάμεις. Η συμμαχική κατοχή του Ιράν κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου -παρά τη δηλωμένη ουδετερότητά του- οδήγησε σε λιμό και μαζικούς θανάτους. Το 1953, η CIA ενορχήστρωσε το πραξικόπημα κατά του δημοκρατικά εκλεγμένου πρωθυπουργού Μοχάμαντ Μοσαντέκ. Μετά την επανάσταση του 1979, το Ιράν δαιμονοποιήθηκε περαιτέρω. Κατά τη διάρκεια του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας» μετά την 11η Σεπτεμβρίου, ο πρόεδρος Τζορτζ Γουόκερ Μπους χαρακτήρισε το Ιράν ως μέλος του «Άξονα του Κακού». Το 2018, ο Τραμπ αποσύρθηκε μονομερώς από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα (JCPOA), μια πράξη που συμβόλιζε περισσότερο περιφρόνηση παρά διπλωματία. Ο Λευκός Οίκος εξακολουθεί να χρησιμοποιεί την ταπείνωση ως πολιτικό εργαλείο. Τον Μάιο του 2025, ο Τραμπ ανακοίνωσε την πρόθεσή του να μετονομάσει τον Περσικό Κόλπο σε «Αραβικό Κόλπο». Οι ταπεινώσεις του παρελθόντος διαμορφώνουν τις πολιτικές του μέλλοντος.
Οι επανειλημμένες ταπεινώσεις δημιουργούν ένα αίσθημα διαρκούς ευαλωτότητας σε απρόβλεπτες καταστάσεις και διαβρώνουν την ικανότητα εμπιστοσύνης ενός λαού. Υπό το βάρος της προσδοκώμενης ταπείνωσης και της επίγνωσης περαιτέρω προσβολών και ταπεινώσεων, οι Ιρανικές αρχές απαιτούν από τη Δύση να «μιλήσει στους Ιρανούς με σεβασμό (ezzat) και αξιοπρέπεια (keramat)». Τον Μάρτιο του 2025, λίγο πριν τις προγραμματισμένες διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Ιρανός πρόεδρος Μασούντ Πεζεσκιάν προειδοποίησε:
Σήμερα, ορισμένα έθνη, μεταξύ των οποίων και οι Ηνωμένες Πολιτείες και κάποιες ευρωπαϊκές χώρες, πιστεύουν λανθασμένα ότι το Ιράν έχει αποδυναμωθεί και ότι μπορούν να του ασκήσουν πίεση. Αυτό που αποτυγχάνουν να κατανοήσουν είναι ότι ο λαός του Ιράν δεν πρόκειται ποτέ να υποταχθεί στην ταπείνωση.
Κι όμως, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ συνέχισαν την ίδια πολιτική ταπείνωσης -και δεν ήταν οι μόνοι. Λίγες μόλις ημέρες μετά την έναρξη του πολέμου του Ισραήλ κατά του Ιράν, ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς εξέφρασε την υποστήριξή του προς το Ισραήλ δηλώνοντας: «Το Ισραήλ κάνει τη βρώμικη δουλειά για όλους μας». Χρησιμοποίησε τον όρο 'drecksarbeit', την ίδια λέξη που χρησιμοποιούσε η ναζιστική Γερμανία για να περιγράψει τον μηχανισμό του Ολοκαυτώματος. Με το «όλους μας», ο Μερτς αναφερόταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι Ιρανοί, για ακόμη μία φορά ταπεινωμένοι, συνεχίζουν να βιώνουν βαθιά δυσπιστία απέναντι στον κόσμο.
Η Αυτοκρατορία είναι εθισμένη στο να ταπεινώνει. Όπως κάθε συμπεριφορά η οποία εμπεριέχει την εξάρτηση, ξεκινά από την επιδίωξη ευχαρίστησης. Στο πλαίσιο αυτό, η ταπείνωση και ο εξευτελισμός του «Άλλου» παράγει μια διεστραμμένη μορφή ικανοποίησης, ένα αλαζονικό καμάρι για την υποτιθέμενη ανωτερότητα ή την φυλετικά με ρατσιστικό τρόπο προνομιούχα θέση.
Η ταπείνωση είναι πιο αποτελεσματική όταν επιβεβαιώνεται ή αγνοείται από το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Η αίσθηση της αδικίας γίνεται ακόμη πιο τραυματική όταν συναντά και αντιμετωπίζεται με σιωπή και αδιαφορία. Όταν ο κόσμος αποστρέφει το βλέμμα, η ταπείνωση κανονικοποιείται, αποπολιτικοποιείται και ενσωματώνεται στην καθημερινή ζωή. Τότε, οι Ιρανοί υποτίθεται ότι αξίζουν την ταπείνωση.
Η ταπείνωση ως γεωπολιτική στρατηγική είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Η ιστορία έχει δείξει ότι η πολιτική ταπείνωση τείνει να προκαλεί σκοτεινές αντιδράσεις, τροφοδοτώντας εθνικιστικά ή θρησκευτικά φονταμενταλιστικά κινήματα.
Το ιρανικό κράτος, το οποίο έχει υποστεί ταπείνωση στη διεθνή σκηνή, απάντησε με περισσότερη σκληρότητα απέναντι στην κοινωνία των πολιτών του. Η πολιτική καταστολή, η φίμωση των ΜΚΟ, οι περιορισμοί στην ελευθερία έκφρασης και οι στοχευμένες επιθέσεις σε περιθωριοποιημένες ομάδες εντείνονται όσο αυξάνεται η διεθνής πίεση.
Από την Επανάσταση του 1979 έως σήμερα, διάφορες ομάδες, γυναίκες, Μπαχάι, σεξουαλικές μειονότητες και μετανάστες έχουν υποστεί συστηματική ταπείνωση, κατοχυρωμένη από το νομικό και πολιτικό πλαίσιο. Η πρόσφατη στρατιωτική επίθεση στο Ιράν και η μεθοδευμένη προσπάθεια να γονατίσει το ιρανικό καθεστώς είχαν
σοβαρές συνέπειες στην ιρανική κοινωνία των πολιτών. Τις ημέρες που ακολούθησαν την κατάπαυση του πυρός με το Ισραήλ, περισσότεροι από 700 άνθρωποι συνελήφθησαν με ασαφείς κατηγορίες περί «ασφαλείας». Οι σκληροπυρηνικοί ενέτειναν την καταστολή ακτιβιστών, ιδίως προς τις μειονοτικές κοινότητες. Αφγανοί μετανάστες μετατράπηκαν σε αποδιοπομπαίους τράγους και κατηγορήθηκαν για κατασκοπεία υπέρ του Ισραήλ. Στην πράξη, όσο περισσότερο το καθεστώς ταπεινώνεται από τη Δύση, τόσο περισσότερο αυτό στρέφεται στο να ταπεινώνει τον ίδιο του τον λαό.
Η ταπείνωση διαφέρει από τη ντροπή. Ενώ η ντροπή πηγάζει από την εσωτερική αίσθηση ανεπάρκειας του εαυτού μας, η ταπείνωση επιβάλλεται εξωτερικά από έναν δράστη. Αυτή η διάκριση εξηγεί γιατί η ταπείνωση, σε αντίθεση με τη ντροπή, συχνά παρακινεί σε αντίποινα κατά της θεωρούμενης πηγής της. Η ταπείνωση είναι πράξη που προκαλεί αντίδραση -είτε υποταγή, είτε αντίσταση, είτε εκδίκηση. Ωστόσο, η αντίδραση στην ταπείνωση δεν οδηγεί πάντα σε περαιτέρω αποκλεισμό. Μπορεί επίσης να επίσης να καταλύσει τη διακρατική αλληλεγγύη. Για να αντισταθούμε στην καταπίεση και την κυριαρχία -είτε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, είτε από το ιρανικό καθεστώς- πρέπει πρώτα να αντισταθούμε στην ταπείνωση ως μορφή πολιτικής.
Το φεμινιστικό κίνημα Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία, το οποίο ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2022, ήταν επίσης μια αντίδραση των γυναικών στην θεσμοποιημένη ταπείνωση των γυναικών στο Ιράν. Το παγκόσμιο φιλοπαλαιστινιακό κίνημα αποτελεί ένα ισχυρό παράδειγμα πολιτικής αξιοπρέπειας απέναντι στις πολιτικές ταπείνωσης και εξευτελισμού. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ταπείνωση δεν εξαφανίζεται. Αντιθέτως, απορρίπτεται, αμφισβητείται και μετατρέπεται σε πολιτικό υπόβαθρο συλλογικής δράσης.

Τουλάχιστον 16 Παλαιστίνιοι νεκροί σε νέα ισραηλινή επίθεση στη Γάζα – Ανάμεσά τους πέντε αιτούντες ανθρωπιστικής βοήθειας
Τουλάχιστον 16 Παλαιστίνιοι νεκροί σε νέα ισραηλινή επίθεση στη Γάζα – Ανάμεσά τους πέντε αιτούντες ανθρωπιστικής βοήθειας Τουλάχιστον 16 Παλαιστίνιοι, συμπεριλαμβανομένων πέντε...