06-03-2025 23:08
Εκπαίδευση
- Κατηγορία: Εκπαίδευση
Η Γέφυρα της Εφηβείας και το βάρος της απόδειξης στην Ψηφιακή Εποχή

Ιωάννης Πίμπας - kosmodromio.gr
Oι εξετάσεις για έναν έφηβο: «Δεν είναι τα μαθήματα, είναι το άγχος, που χρειάζεται να κάνω επιλογές για το Αύριο…».
Οι σχολικές εξετάσεις δεν λειτουργούν απλώς ως μια δοκιμασία γνώσεων, συνιστούν ένα συμβολικό ορόσημο έχοντας διαμορφωθεί ως μια τελετουργία μετάβασης προς την ενηλικίωση. Δεν αποτελούν μόνο ένα κοινωνιοπολιτισμικό «τεστ» αξιολόγησης γνώσεων και επάρκειας, αλλά συχνά προσλαμβάνονται από τον έφηβο ως κρίση της αυταξίας του και της αίσθησης του «ανήκειν». Άλλωστε, η προσδοκία για σχολική επιτυχία δεν είναι πολιτισμικά ουδέτερη, εντάσσεται, αντιθέτως, σε ένα πλέγμα κοινωνικών νοημάτων με έντονη συμβολική φόρτιση, άμεσα συνδεδεμένων με το κοινωνικό και πολιτισμικό κεφάλαιο της οικογένειας (Bourdieu, 1986).
Υπό αυτήν την ανάγνωση, οι εξετάσεις για έναν έφηβο φέρουν ένα πρόσθετο ψυχικό φορτίο, που μπορεί να βιώνεται ως ένα «τεστ ψυχικής κοπώσεως»:
Οι Πανελλήνιες γίνονται στη χειρότερη περίοδο της ζωής μου! Δεν είναι τα μαθήματα, είναι το άγχος που υπάρχει σε αυτήν τη φάση της ζωής μου, που χρειάζεται να κάνω επιλογές για το Αύριο…
Η ρήση του Τούρκου συγγραφέα και στοχαστή Mehmet Murat İldan -“The fate of the bridges is to be lonely; because bridges are to cross not to stay!“- μπορεί να λειτουργήσει ως έναυσμα για αναστοχασμό και πλησίασμα προς τις προσωπικές γέφυρες της εφηβείας και τα ίχνη που αφήνουν στην εσωτερική διαδρομή του καθενός. Η γέφυρα δεν είναι τόπος παραμονής, είναι τόπος μετάβασης -όπως και η ίδια η εφηβεία. Ένα ενδιάμεσο, αβέβαιο και συχνά μοναχικό τοπίο, όπου κυοφορείται τόσο η κίνηση όσο και η αναστολή της, ένας μεταβατικός χώρος, όπως θα έλεγε ο Winnicott (1971), στον οποίο η ψυχική πραγματικότητα αναδημιουργείται μέσα από τη σύγκρουση ανάμεσα στην εσωτερική και την εξωτερική εμπειρία.
Στο μεσοδιάστημα του «όχι πια» και του «όχι ακόμη» (Erikson, 1968), η γέφυρα μπορεί να αποτελέσει τόπος έντασης, αγωνίας, αμφιθυμίας και αναβλητικότητας. Κι αυτή η ένταση δύναται να οδηγήσει ορισμένες φορές σε ψυχική ακινησία, σε μια αναβολή του περάσματος. Αν ο Erikson προσφέρει ένα πλαίσιο κατανόησης της ταυτότητας ως μια ανοιχτή και εν εξελίξει διαδικασία, η σκέψη του Bollas (1992) προσκαλεί να διαβαστεί ο εν λόγω τόπος πιο εσωτερικά: όχι απλώς ως αναπτυξιακή πορεία, αλλά ως μια άρρητη διεργασία, όπου το Υποκείμενο, εν προκειμένω ο έφηβος, αναζητά μορφές προσωπικού νοήματος. Και όταν απουσιάζει από την ζωή του ένα προσωπικό αφήγημα, ικανό να προσφέρει χώρο και χρόνο, να αναστοχαστεί, να φανταστεί τον εαυτό του αλλιώς, τότε το πέρασμα δεν αναβάλλεται απλώς- κινδυνεύει να απομείνει δίχως σχήμα και δίχως εσωτερική αναφορά.
Στο βλέμμα του Άλλου, η παραμονή αυτή μπορεί να μοιάζει με τεμπελιά ή αδράνεια -ίσως και με επ’ αόριστον αναβολή. Όμως κάτω από τη γέφυρα μπορεί να κρύβεται μια πρώτη απάντηση αναφορικά με την υπαρξιακή ασάφεια και αγωνία που συνοδεύει την ερώτηση: «Ποιος είμαι;» (Alvarez, 1992).
Σε αυτήν τη γέφυρα, ο έφηβος δεν αποτελεί απλώς διαβάτης, παρακολουθείται, συγκρίνεται, και καταγράφεται. Η εσωτερική του αναζήτηση μπλέκει με την αδιάκοπη ταχύτητα ανατροφοδότησης και αυτοπροβολής που επιβάλλει η ψηφιακή πραγματικότητα, συχνά εις βάρος της παύσης, μιας αναγκαίας αναπτυξιακής σιωπής που μπορεί να λειτουργήσει προστατευτικά.
Αν η ψυχική σιωπή διατηρεί στον ενδιάμεσο χώρο μια δημιουργική εκκρεμότητα, τότε το ψηφιακό περιβάλλον τείνει να την επισπεύσει ή και να την ματαιώσει. Σε μια εποχή όπου η ταυτότητα συνδιαμορφώνεται από αλγορίθμους και κοινωνικά-ψηφιακά βλέμματα, το εσωτερικό-ταυτοτικό ερώτημα «Ποιος είμαι;» εκτίθεται και διαμεσολαβείται ψηφιακά με όρους αξιολόγησης (Turkle, 2011, Han, 2020).
Στην Κοινωνία της Επίτευξης το Υποκείμενο καλείται να είναι διαρκώς αποδοτικό και μετρήσιμο με τον έφηβο να καλείται να λειτουργήσει ως επιχειρηματίας του Εαυτού του (Han, 2017) επιβεβαιώνοντας την αξία του όχι μόνο στους άλλους αλλά και στον ψηφιακό του καθρέφτη. Σε μια τέτοια συνθήκη, το άγχος των εξετάσεων δεν είναι απλώς άγχος αποτυχίας -αποτελεί άγχος μη εκπλήρωσης αφηγήματος σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο.
Στην Κοινωνία της Διαφάνειας (Han, 2020), το βλέμμα του Άλλου είναι διαρκές και λειτουργεί με όρους like/dislike, η αποτυχία ίσως να μην εκλαμβάνεται ως ένα φυσικό στιγμιότυπο της αναπτυξιακής πορείας του εφήβου, αλλά να βιώνεται ως δομικό στοιχείο της προσωπικής ταυτότητας. Και για να είναι κανείς ορατός οφείλει να πετυχημένος. Πόσο άγχος!
Το ψηφιακό περιβάλλον μπορεί να λειτουργεί ως πρόσκαιρο καταφύγιο από το βάρος της δοκιμασίας, προσφέροντας μια προσωρινή αποσύνδεση από την εσωτερική ένταση και την απειλή της έκθεσης. Όταν το φορτίο των προσδοκιών μοιάζει δυσβάσταχτο ή ακατανόητο, η αναβολή ενδεχομένως γίνεται ο τρόπος του εφήβου να διατηρήσει το νήμα που τον δένει με τον εαυτό του, πριν αυτό διαρραγεί υπό το βάρος ενός μη οικείου ή και απουσίας νοήματος (Alvarez, 1992, Bollas, 1992).
Ωστόσο, αυτή η ανακούφιση τείνει να μετασχηματίζεται σε έναν φαύλο κύκλο αναβολής και ενοχής. Το self-handicapping (Jones & Berglas, 1978, Reinecke & Hofmann, 2016), ήτοι η εσκεμμένη μείωση της προσπάθειας ώστε η αποτυχία να αποδίδεται σε «αδιαφορία-έλλειψη προσπάθειας» και όχι σε πιθανή ανεπάρκεια, μετατρέπει την οθόνη από καταφύγιο σε μηχανισμό αναβολής, συντηρώντας το άγχος που υποτίθεται ότι ανακουφίζει.
Η ψυχική αναμονή που χαρακτηρίζει την εφηβεία, όταν δεν βρίσκει δημιουργική διέξοδο, συχνά εκφράζεται μέσα από τις τελετουργίες της καθημερινής ψηφιακής πρακτικής. Η κουλτούρα των αδιάκοπων, αισθητηριακά φροντισμένων stories και reels μοιάζει να προσφέρει μια εναλλακτική κατοίκηση της γέφυρας: ένα διαρκές αναβολικό-αναβλητικό παρόν, όπου το προχώρημα αναβάλλεται, η σκέψη και ο αναστοχασμός μουδιάζουν και η αγωνία κατευνάζεται εικονικά μέσα από το ατέρμονο scroll down (Reinecke & Hofmann, 2016).
Την ίδια στιγμή, καθώς το βλέμμα του Άλλου παραμένει σταθερό και απαιτητικό, η δράση και η κίνηση προς και σε σχέση με το(ν) Άλλο(ν) -αξιολόγηση, αποτυχία, επιβεβαίωση ή και διάψευση της ταυτότητας- ακινητοποιείται. Ψηφιακά κατασκευασμένες προσωρινές ταυτότητες προσφέρουν την ψευδαίσθηση της συμμετοχής χωρίς το ρίσκο της ενσώματης διϋποκειμενικής συνάντησης και έκθεσης. Και ίσως, τελικά, αυτή η «επιμονή» στη στασιμότητα να λειτουργεί και ως ένα προσωπικό «όχι» απέναντι στον πολιτισμό του συνεχούς Πρέπει, στον καταναγκασμό της Απόδειξης και της προϊούσας απώλειας Νοήματος (Han, 2017).
Πρόσφατα ένας έφηβος (μου) δήλωσε το εξής:
Εσείς… οι γονείς μου, οι καθηγητές μου… μιλάτε με λέξεις που δεν είναι δικές μου. Σαν να έρχονται από έναν άλλο κόσμο. Δεν βλέπετε τι είναι εδώ τώρα…..…
Η παραπάνω δήλωση (μου) θύμισε τον στίχο από το τραγούδι του Brian Eno By This River: “You talk to me as if from a distance / and I reply with impressions / chosen from another time.”
Δεν είναι ότι δεν θέλει να μιλήσει ο έφηβος. Ενδεχομένως, να αναζητά ακόμη τις λέξεις που να του ανήκουν, που δεν έχουν ακόμη γεννηθεί ή μόλις τώρα αρχίζουν να σχηματίζονται.
Γι’ αυτό και η συνάντηση με τον Ενήλικα μοιάζει δύσκολη: ένας διάλογος που δεν συγχρονίζεται εύκολα, καθώς κάθε πλευρά προσπαθεί να αρθρώσει λόγο μέσα από διαφορετικά νοηματικά πλαίσια και αναπαραστάσεις. Ίσως και να πρόκειται εν τέλει για μια εγγενή δυσκολία της Ψηφιακής Εποχής.
Αυτό που μοιάζει να έχει σημασία για τον έφηβο είναι ένα αφήγημα που να του δίνεται ως δυνατότητα, ήτοι ένας λόγος ανοιχτός και επεξεργάσιμος -που θα μπορεί να τον προσεγγίσει, να τον ξαναγράψει ή ακόμη και να τον διαγράψει, με δικές του εικόνες, με δικές του λέξεις. Όχι ως επιβολή, αλλά ως πρόταση συνοδοιπορίας.
Κάποιες από αυτές τις λέξεις μπορεί να τις αναζητήσει Κανείς και να τις βρει στους ψηφιακούς τόπους όπου ο ίδιος ο έφηβος συχνάζει. Σε αυτές τις «ψηφιακές γειτονιές» -όρος δάνειο προκειμένου να περιγραφούν οι χώροι όπου ο έφηβος πειραματίζεται με διαφορετικές όψεις του Εαυτού, εκτίθεται και αποσύρεται, προχωρά και ακινητοποιείται ταυτόχρονα (Turkle, 2011),.
Σε αυτήν τη λεπτή ισορροπία μεταξύ κίνησης και παύσης, μπορεί να εντοπιστούν οι πρώτες λέξεις-ύλες για την νοηματοδότηση αυτής της εφηβικής γέφυρας -για να μπορέσει εν συνεχεία ο ίδιος ο έφηβος να βρει τη θέση του σε αυτό που κάνει, και ακόμη περισσότερο, σε αυτό που Είναι, δημιουργώντας μια ιστορία που τον αφορά, του μοιάζει και του δίνει Νόημα.
Άλλωστε, η αναβλητικότητα, η αμφιθυμία ή η βαθιά συναισθηματικότητα, δεν είναι απαραίτητα ενδείξεις παθολογίας ή αποτυχίας, αλλά στοιχεία μιας εν εξελίξει αναπτυξιακής διεργασίας, δοκιμές ρόλων σε μικρές ή μεγάλες πρόβες. Όπως σημειώνει ο Siegel (2014), ο εφηβικός εγκέφαλος χαρακτηρίζεται από μια ασυμμετρία ανάπτυξης ανάμεσα στα κέντρα συναισθηματικής διέγερσης και σε εκείνα των επιτελικών λειτουργιών (ρύθμιση, πρόβλεψη, σχεδιασμός). Αυτή η ανισορροπία δύναται να εξηγήσει εν μέρει τις φαινομενικά «αντιφατικές» συμπεριφορές της εφηβείας.
Η αναβλητικότητα χρειάζεται ορισμένες φορές να διαβαστεί όχι ως ζητούμενο προς άμεση επίλυση αλλά ως ένα αναμενόμενο -και ενίοτε προστατευτικό- χαρακτηριστικό της εφηβείας, που χρειάζεται συνοδεία, κατανόηση και πλαίσιο νοήματος. Ίσως ο έφηβος, μέσα από την δική του στάση, να απευθύνει ένα μήνυμα: «Μη βιάζεστε. Δεν έχω κολλήσει. Επεξεργάζομαι».
Πιθανόν, αυτή η «επεξεργασία», να κουβαλά μέσα της κάτι από τον υπαρξιακό τόνο του ποιήματος Ο Άλλος του Mário de Sá-Carneiro, που κατά κάποιο τρόπο συνοψίζει το βίωμα της εφηβείας ως ενδιάμεσης, αμφίθυμης και απροσδιόριστης συνθήκης:
[…] Δεν ξέρω αν είμαι αυτός που θα μείνω ή αν θα υπάρξω ένας Άλλος.
Ανήκω σε μια στιγμή που δεν έχει φτάσει -σε μια μέρα που δεν ξημέρωσε ακόμη…
Κι Αυτός που είμαι με βαραίνει… Κι ο Άλλος που περιμένω, δεν έρχεται.
Post scriptum
Το παρόν κείμενο, γεννήθηκε εν μέρη στο πλαίσιο μιας εκπαιδευτικής επίσκεψης στο Αβέιρο της Πορτογαλίας πριν κάποια χρόνια όπου είχα την χαρά να γνωρίσω το έργο του Mário de Sá-Carneiro και άλλων Πορτογάλων ποιητών. Δεν φιλοδοξεί να αποτελέσει επιστημονική μελέτη ούτε να προτείνει καθολικά ερμηνευτικά σχήματα. Άλλωστε, (εγ)γράφεται μέσα σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο που αντιλαμβάνεται τον χρόνο, την εργασία και την προσωπική ευθύνη και δέσμευση με συγκεκριμένους -και όχι ουδέτερους- όρους. Περισσότερο όμως γράφτηκε ως αφορμή για αναστοχασμό με την επιθυμία να προσεγγίσει, έστω και στιγμιαία, την εμπειρία της εφηβείας μέσα από εικόνες, θεωρίες και λέξεις -όχι για να εξηγήσουν, αλλά για να ανοίξουν χώρο. Χώρο για την αναμονή, την αμφιθυμία, την αναβολή- για το Νόημα που δεν έχει ακόμη αρθρωθεί και που ίσως αναζητείται στην ίδια τη γέφυρα.
Σημείωση: Η απόδοση του ποιήματος «Ο Άλλος» του Mário de Sá-Carneiro βασίστηκε στην εγκεκριμένη μετάφραση του M. D’Evelin (2015) και διαμορφώθηκε με τη συνδρομή σύγχρονων μεταφραστικών εργαλείων, στηριζόμενη στην επιμέλεια του γράφοντος. Το τελικό κείμενο δεν αποτελεί επίσημη ή εγκεκριμένη έκδοση..
———
Προτεινόμενη βιβλιογραφία:
Alvarez, A. (1992). Ζωντανή παρουσία: Ψυχοθεραπεία παιδιών με αυτισμό, ακραία στέρηση και κακοποίηση (μτφρ. Μ. Φραγκουδάκη). Αθήνα: Επέκταση.
Bollas, C. (1992). Το να είσαι χαρακτήρας: Ψυχανάλυση και εμπειρία του εαυτού (μτφρ. Σ. Σταυρακάκη). Αθήνα: Εστία.
Bourdieu, P. (2002). Οι τρεις μορφές του κεφαλαίου, στο Π. Μπουρντιέ: Οικονομία των συμβολικών αγαθών (επιμ. Ι. Ποταμιάνος). Αθήνα: Παπαζήσης. (Απόσπασμα από το πρωτότυπο: The Forms of Capital, 1986) Han, B.-C. (2017). Η κοινωνία της κόπωσης (μτφρ. Σ. Γεωργοβασίλη). Αθήνα: Νήσος.
Han, B.-C. (2020). Η κοινωνία της διαφάνειας (μτφρ. Σ. Γεωργοβασίλη). Αθήνα: Νήσος.
Jones, E. E., & Berglas, S. (1978). Control of attributions about the self through self-handicapping strategies: The appeal of alcohol and the role of underachievement. Personality and Social Psychology Bulletin, 4(2), 200–206.
Reinecke, L., & Hofmann, W. (2016). Slacking off or winding down? An experience-sampling study on the drivers and consequences of media use for recovery versus procrastination. Human Communication Research, 42(3), 441–461. https://doi.org/10.1111/hcre.12082
Sá-Carneiro, M. de. (2015). O Outro (M. D’Evelin, Μετ.). Στο Lisbon Poets & Co. (Ed.), Lisbon poets: Camões, Cesário, Sá-Carneiro, Florbela, Pessoa (11η έκδ., σσ. 121–122). In a Poem, Lda.
Siegel, D. J. (2014). Η εφηβεία και ο εγκέφαλος: Πώς να κατανοήσετε και να διαχειριστείτε το εφηβικό μυαλό για να βοηθήσετε τους νέους να ανθήσουν (μτφρ. Δ. Καραβία). Αθήνα: Πεδίο
Turkle, S.(2011). Alone Together: Why We Expect More from Technology and Less from Each Other. Basic Books.
Winnicott, D. W. (2007). Το παιχνίδι και η πραγματικότητα (μτφρ. Κ. Κουσουτζή). Αθήνα: Καστανιώτης. (Πρωτότυπο: Playing and Reality, 1971)

Η λεγόμενη διευθέτηση του χρόνου εργασίας – Νέα στοιχεία καταδεικνύουν την ένταση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης
Ο σκοπός του καπιταλιστή δεν είναι η ικανοποίηση των αναγκών των εργαζομένων αλλά η αποκόμιση της υπεραξίας. Οι κυβερνήσεις με κάθε ευκαιρία νομοθετούν σε βάρος των δικαιωμάτων...