08-15-2025 9:24
Κέρκυρα
- Κατηγορία: Κέρκυρα
Ριζότο με πιτσούνια

7-8-2019
"δε πουγιεται" Ι
ΡΙΖΟΤΟ ΜΕ ΠΙΤΣΟΥΝΙΑ *
Γράφει ο Γιώργος Καγκουρίδης
Επαντρευτήκανε αμέσως μετά το πόλεμο. Γρήγορα βρεθήκανε με τρία κεφάγια σερνικά. Ο ίδιος εδούλευε σ’ ένα κρεοπωλείο, νομίζω στη Γεωργίου Θεοτόκη. Μάστορας στη σαλαμιστράδα. Ξεκαθάριζε τα κρέατα από τα κεφάγια και τ’ άλλα μπάσα κρέατα κι έφτιαχνε σαλάδα, πηχτές, νούμπουλα, λουκάνικα, χοιρομέργια και μπουρντούνια. Έκοβε και το κιμά με τη χειροκίνητη μηχανή. Ό,τι και νάτρωγες απ’ τα χέργια του, έγλυφες και τα δάχτυλά σου. Το μαγαζί ήτανε ονομαστό για τα αλλαντικά του κι ο παρτσινέβελος τον είχε μη στάξει και μη βρέξει. Τον άφηνε να παίρνει και σπίτι, στα παιδιά.
Εμένανε στο καντούνι του Άρη, αυτό ανάμεσα από το καντούνι του Μαύρου και το καντούνι του Αστέρα. Του Ελλησπόντου ήτανε παραπάνου.
Καμιά φορά, από πρωί, τα παιδιά πηγαίνανε και τόνε βρίσκανε στη δουγειά, εκεί που έβραζε τσι μαγούλες και τα μαστάργια.
- Μπαμπά, πεινάμε.
Τσούκοβε κομμάτια από μαγούλα ή από μαστάρι, τσου τάβαζε στο στράτσο και τσούριχνε μπόλικο αλάτι. Τι πράμα ήτανε αυτό.
Αρρώστησε. Τόνε κοιτάξανε οι γιατροί. Χτικιό δεν είχε, κάτι άλλο κακό είχε. Έφυγε γρήγορα-γρήγορα πριν κλείσει τα σαράντα. Η μάμα έκανε ό,τι μπόρουνε νάχουνε φαί να φάνε. Τα παιδιά το ίδιο. Οι γειτόνοι αβαντάρανε αλλά κι αυτοί φτωχοί ήτανε. Έπεσε πείνα.
Παραμονή Χριστουγέννων, ήρθε και σκοτείνιαζε. Η μάμα άνοιξε τ’ αρμάρι. Όχι που δεν ήξερε τι είχε μέσα. Δυο λίτρες ρύζι είχε αλλά άνοιξε από συνήθειο και τότση ερπίδα μη τυχόν… Αλλά άφαντο το τυχόν. Ο δεύτερος τήνε παράστεκε. Όλο πείναγε τ’ άχαρο.
- Μάμα τί θα φάμε;
- Μόνο ρύζι έχουμε μάτια αλλά τσι άλλες μέρες θα πλερωθώ πούχω κάτι να ράψω και θα φάμε καλά.
Ο μιτσός κατέβηκε τη σκάλα, βγήκε στο καντούνι και σκεφτόντανε που θα βρει φαί. Βγήκε στη Γκύλφορδ. Το μάτι του έπεσε στη κανιζέλα που έβγαινε στα Παγιά Δικαστήρια. Αυτή που μπροστά της ήτανε μια βρυσούλα.
Ερείπια είχανε γίνει τα Δικαστήρια μετά το πόλεμο που καήκανε. Τόπος που παίζανε τα παιδιά που τσαρκαλεύανε στα χώματα μη βρούνε κάτι. Κάτου τα παιδιά κι απάνου τα πιτσούνια τση περιοχής που στη κατοχή τα κυνηγάγανε να τα φάνε. Τέγειωσε όμως ο πόλεμος και πληθύνανε και στα ερείπια χτίζανε τσι φωγιές τους. Ήξερε πώς να τα πιάνει.
- Θα πιάκω οχτώ, δύο του καθεμιανού.
Δε δυσκολεύτηκε. Γι αυτόνε, πέτρες, ρουβινάτσα, τράβα που κρεμόντανε, γκρεμισμένα σκαλοπάτια και μισοκαμένοι τόμοι δικογραφιών ήτανε σα τη πλατεία. Τα πιτσούνια κάνανε φωγιές στσι τρύπες από τα τράβα πούχανε πέσει. Έβανε το αριστερό κι έκλεινε τη τρύπα και με το δεξί άρπαζε το πιτσούνι. Του γύριζε το λαιμό και τάφηνε κάτου να πάει να πιάκει άλλο.
- Μάμα, πάρε ‘δώ.
Τα πήρε κι άρχισε να τα ξεπουπουγιάζει. Πήγε μετά στη κυρά Σοφία, δίπλα, και τση χάλεψε λίγο λάδι και θα τση τόφερνε άλλη μέρα. Τσήδωκε και λάδι και ψωμί κι ένα κομμάτι χριστόψωμο, τί αυτό που έκανε τση βγήκε πολύ.
Την άλλη μέρα, μετά την εκκλησιά, έκανε ρίζοτο με πιτσούνια.
*Από το Λευτέρη.

«Μπελλαντόνες στο Λιθάρι»: Παρουσίαση του νέου βιβλίου της Βούλας Τζιλιάνου - Κυριακή 17/8
Η παρουσίαση του βιβλίου της Βούλας Τζιλιάνου "Μπελλαντόνες στο Λιθάρι" θα γίνει στις 17/8 στην αίθουσα της Φιλαρμονικής Γαστουρίου "Ομόνοια" στις 7:00 μ.μ.-Μια μοναδική συλλογή...

Κώστας Βιδάλης: Υπόδειγμα συνέπειας και αυτοθυσίας – Ένα από τα πιο φριχτά εγκλήματα που γνώρισε ο τόπος
