Πριν από αρκετούς μήνες, η Υπουργός Πολιτισμού, Λίνδα Μενδώνη, παρουσιάζοντας έργα προϋπολογισμού 1,2 δισ. ευρώ που υλοποιούνται ή πρόκειται να ολοκληρωθούν μέχρι το 2027, ολοκλήρωσε την ομιλία της παραφράζοντας τον Γάλλο ακαδημαϊκό και υπουργό Πολιτισμού στις κυβερνήσεις Ντε Γκωλ, Αντρέ Μαλρώ, αναφέροντας ότι «Στόχος μας είναι ένας Πολιτισμός για τον καθένα. Αυτόν τον Πολιτισμό, για την καθεμία και τον καθένα, όπως αρμόζει σε μια ώριμη κοινωνία και μια δημοκρατική πολιτεία, προωθεί η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Έναν Πολιτισμό για όλους, καθολικά προσβάσιμο, πέραν φυσικών ή υλικών εμποδίων. Αλλά και έναν Πολιτισμό, όπου κάθε πολίτης να μπορεί να επιλέγει εκείνο που τον εκφράζει και τον τέρπει περισσότερο».
Την ίδια περίοδο, το Υπουργείο είχε μόλις ανακοινώσει την αλλαγή στην τιμολογιακή πολιτική των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων, με αυξήσεις που θα κυμαίνονταν από 50 έως 300%, σε συνάρτηση με την επισκεψιμότητά τους. Είχε ήδη προηγηθεί η ανάθεση της έκδοσης και ελέγχου των εισιτηρίων της Ακρόπολης, του μεγαλύτερου αρχαιολογικού χώρου της Ελλάδας, από πλευράς επισκεπτών και εσόδων (τα έσοδα αγγίζουν τα 50 εκατομμύρια ευρώ ετησίως), σε ιδιωτική εταιρία έναντι τεράστιας αμοιβής. Το ίδιο Υπουργείο είχε ήδη προχωρήσει στο τσιμέντωμα του βράχου για τις ανάγκες του μαζικού τουρισμού, είχε ήδη εμπλέξει με απευθείας αναθέσεις και χορηγίες το Ίδρυμα Ωνάση για τον φωτισμό του εμβληματικού μνημείου και τη δημιουργία νέου ανελκυστήρα για εμποδιζόμενους επισκέπτες, είχε ήδη συμφωνήσει στην παραχώρηση του χώρου για φωτογραφίσεις οίκων μόδας και πριβέ events προς τέρψη αλλοδαπών επιχειρηματιών.
Αλλά και πέρα από την Ακρόπολη, είχε φροντίσει να ψηφίσει νόμο για τον μακροχρόνιο δανεισμό αρχαιοτήτων (25+25 χρόνια), είχε νομιμοποιήσει την αμφιβόλου αυθεντικότητας προϊστορική συλλογή του Αμερικανού μεγιστάνα Λ. Στερν ως επιστροφή αρχαιοτήτων στη χώρα μέσω του ιδιωτικών συμφερόντων Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, και, κυρίως, είχε ψηφίσει την μετατροπή των πέντε μεγαλύτερων μουσείων σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, δηλαδή σε φορείς με αυτοκέφαλες διορισμένες διοικήσεις και ανεξάρτητες τιμολογιακές πολιτικές, με κύριο γνώμονα την κερδοφορία (Νόμος 5012/2023).
Όλα τα παραπάνω είναι πτυχές της ίδιας πολιτικής, που παρουσιάζεται ως θεματοφύλακας του πολιτιστικού αποθέματος της χώρας και του δημόσιου συμφέροντος, ως φορέας εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού (sic), ενώ στην πραγματικότητα υπηρετεί την πλέον αγοραία λογική της αξιοποίησης των μνημείων ως εμπορικών προϊόντων και μόνο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποκλεισμού του ευρέος κοινού από τον πολιτισμό η ραγδαία αύξηση των εισιτηρίων σε 350 μουσεία και μνημεία από 1η Απριλίου: το εισιτήριο της Ακρόπολης αυξήθηκε από 20 στα 30 ευρώ, στον Ναό του Δία από 8 στα 20 ευρώ κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, καταργήθηκαν τα ενιαία εισιτήρια, τα οποία έφερναν κόσμο στα λιγότερο προβεβλημένα μνημεία, ενώ επίσης καταργήθηκε το μειωμένο εισιτήριο για τους άνω των 65 χρόνων κατά τη θερινή σεζόν. Στον «εκσυγχρονισμό» της διαχείρισης των μνημείων, εντάσσονται και οι πριβέ ξεναγήσεις κατά τις πρωινές ή τις βραδινές ώρες έναντι 5.000 ευρώ, αλλά και ο αποκλεισμός των μαθητών τις ώρες αιχμής των μνημείων (στις ζώνες εισόδου 08:00-11:00) – είναι χαρακτηριστικό ότι είναι σχεδόν αδύνατο να βρουν διαθέσιμα εισιτήρια οι εκπαιδευτικοί για τους μαθητές τους κατά τις πρωινές ώρες στην Ακρόπολη και στο Μουσείο Ακρόπολης, κι αυτό όχι γιατί είναι κορεσμένοι οι χώροι τις συγκεκριμένες ώρες, αλλά γιατί προβλέπουν εκ προοοιμίου ελάχιστες θέσεις για εκείνους, καθώς δεν αποφέρουν κέρδη στο ταμείο (η είσοδος για μαθητές παραμένει δωρεάν). Συνεπώς, ακόμα κι αν η Ακρόπολη ή το Μουσείο είναι σχετικά άδεια τον Φεβρουάριο ή τον Μάρτιο το πρωί, οι μαθητές δεν μπορούν να την επισκεφτούν.
Αλλά και η διαχείριση του ταμείου της Ακρόπολης (και πλέον άλλων πέντε ακόμα αρχαιολογικών χώρων) ενέχει σοβαρό κίνδυνο αποκλεισμού για το ευρύ κοινό: ο Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων (ΟΔΑΠ) σε αγαστή συνεργασία με τον ιδιώτη που διαχειρίζεται την έκδοση των εισιτηρίων, δεσμεύει το 85% των εισιτηρίων στις πρωινές ζώνες για τα γραφεία και διαθέτει το υπόλοιπο για μεμονωμένους- σε απόλυτους αριθμούς μπορούν να μπουν 150-200 μεμονωμένοι σε κάθε slot μέχρι τις 12:00. Γι’ αυτό εξαντλούνται αμέσως τα εισιτήρια κι οι μεμονωμένοι διοχετεύονται αναγκαστικά στις ώρες με την πολλή ζέστη. Γεγονός που όχι μόνο αποκλείει τους μεμονωμένους επισκέπτες, τους μαθητές κτλ, αλλά επίσης δημιουργεί προϋποθέσεις για αισχροκέρδεια: οι τεχνητές ελλείψεις στρέφουν το κοινό στους tour operators, οι οποίοι τα μεταπωλούν τα εισιτήρια σε υψηλότερη τιμή και μάλιστα συνδεδεμένα με παροχές γρήγορης πρόσβασης, ακουστικής ξενάγησης κτλ. Τέλος, είναι πολύ πιθανό οι ίδιες ποσοστώσεις (85-15 υπέρ των πελατών των ταξιδιωτικών πρακτόρων) να ισχύουν και τις ημέρες ελευθέρας εισόδου! Οπότε η ελεύθερη είσοδος, ακόμα και αν αυξήθηκε από 1 σε 2 Κυριακές τους χειμερινούς μήνες, είναι κενό γράμμα.
Οι χώροι πολιτισμού της ΝΔ είναι πλέον χώροι αποκλεισμού για τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους μαθητές και τη νέα γενιά. Είναι, όμως, χώροι ανοιχτοί για την οικονομική ελίτ, για τους έχοντες και κατέχοντες. Έτσι αντιλαμβάνεται η Υπουργός τα λόγια του Αντρέ Μαλρώ: πολιτισμός για όλο και πιο λίγους.
πηγή: Λαϊκός Δρόμος