05-22-2025 9:05
Εκπαίδευση
- Κατηγορία: Περιφ. Ιονίων Νήσων
161 χρόνια από την Ένωση των Ιονίων Νήσων με την Ελλάδα - Δώρο – προίκα της Αγγλίας ή αποτέλεσμα αγώνων;

161 χρόνια από την Ένωση των Ιονίων Νήσων με την Ελλάδα
Δώρο – προίκα της Αγγλίας ή αποτέλεσμα αγώνων;
Του Γιώργου Κ. Καββαδία
Των εχθρών μισώ τα δώρα
Δεν τα θέλω, ας τα κρατήσουν
Τους μισώ κι’ ας με μισήσουν
Προτιμώ την φυλακήν.
Στο λαμπρό μέλλον μου ελπίζω
Βλέπων την ελευθεριά μου
Και ξεχάνω τη Σκλαβιά μου!
Θάλθη ολόλαμπρος Αυγή!
Από τον Ύμνο των Ριζοσπαστών
Η επίσημη Ιστορία χαρακτηρίζεται από ουκ ολίγες διαστρεβλώσεις και αποσιωπήσεις. Δεν αποτελεί εξαίρεση και η Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα που πραγματοποιήθηκε, πριν από 161 χρόνια, στις 21 Μάιου 1864. Σύμφωνα με την επίσημη Ιστορία η Ένωση ήταν το δώρο, η «προίκα» της Αγγλίας προς τον βασιλέα Γουλιέλμο – Γεώργιο Γλύξμπουργκ (Γεώργιο Α’).
Ελάχιστες ή ανύπαρκτες στα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας οι αναφορές στους αγώνες των Ριζοσπαστών και στις διώξεις που υπέστησαν για την Ένωση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τον Μεσοπόλεμο το θέμα καλύπτεται σε 3 – 4 γραμμές στα εγχειρίδια του τότε 4ταξίου Γυμνασίου με εξαίρεση ένα από αυτά (Χ. Θεοδωρίδου – Α. Λαζάρου) το 1923 που καλύπτει περίπου μια σελίδα. Αναφορές για τον βασιλιά Γεώργιο ο οποίος «το πρώτον δώρον το οποίον εκόμισεν … εις την Ελλάδα ήσαν αι Ιόνιοι Νήσοι». Μόνο τις τελευταίες δεκαετίες γίνονται κάποιες αναφορές για «ανελεύθερο αγγλικό καθεστώς» για τον «σκληρό αγώνα» των Επτανησίων. Αναφορές που δεν αναιρούν τα στερεότυπα περί «δώρου» και «προικοδότησης».
Η αλήθεια είναι ότι η Αγγλία αναγκάστηκε να αποδεχθεί την ένωση πιεζόμενη από τον αγώνα των επτανησίων και την κριτική της διεθνούς κοινότητας. Έκρινε και η ίδια ότι η συνέχιση της προστασίας είναι πια ασύμφορη και ότι η ένωση με τους όρους που εκείνη επέβαλε θα κατοχύρωνε την παρουσίας της «προστάτιδας» δύναμης σε όλο το ελληνικό κράτος και θα εδραίωνε κυρίαρχο τον ρόλο της στη νοτιοανατολική Μεσόγειο για τη διασφάλιση των συμφερόντων της. Πέτυχε δηλαδή η Αγγλία να σταματήσει την προστασία της στα Επτάνησα, αλλά αμέσως αναλάμβανε την προστασία της σε ολόκληρο το ελληνικό κράτος. Έπαυε τον αρμοστή της στα Επτάνησα, αλλά αμέσως έχριζε αρμοστή της στην Ελλάδα το νέο βασιλιά Γεώργιο. Και από τότε η πρόσδεση της Ελλάδας στο αγγλικό άρμα θα μείνει σταθερή μέχρι την έναρξη του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου… Γιατί τα συμφέροντα της κάθε μεγάλης δύναμης τότε, αλλά και τώρα αποτελούν πάγια κυνική αρχή των στρατηγικών σχεδιασμών.
Η Επτάνησος είχε περιέλθει υπό την αγγλική προστασία μετά την ήττα του Ναπολέοντα το 1815 με τη συνθήκη των Παρισίων, μεταξύ Αγγλίας, Ρωσίας, Αυστρίας και Πρωσίας. Με τη συνθήκη αυτή ιδρύθηκε το Ηνωμένο Κράτος των Ιονίων Νήσων υπό την προστασία της Αγγλίας. Οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής είχαν βαφτίσει τα Επτάνησα «ελεύθερο και ανεξάρτητο» κράτος και ταυτόχρονα είχαν συμφωνήσει να το θέσουν κάτω από την αποκλειστική προστασία της Αγγλίας. Η τελευταία, όμως, για τα δικά της αποκλειστικά οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα επέβαλε στα Επτάνησα προστασιανό καθεστώς ανελεύθερο και δεσποτικό, μετατρέποντάς τα σε μισο-αποικία της. Ο όρος αυτός της προστασίας αφαιρούσε από το Ιόνιο κράτος τα κυριαρχικά δικαιώματα μιας εθνικά ανεξάρτητης πολιτικής εξουσίας και κατοχύρωνε την αγγλική κυριαρχία.
Η Αγγλία ήταν τότε μια μεγάλη αποικιοκρατική δύναμη με εμπορικό δίκτυο απλωμένο σε όλο σχεδόν τον κόσμο. Επομένως, θα πρόσφερε την «προστασία» της πρώτα με βάση τα δικά της συμφέροντα, με βάση τους δικούς της σχεδιασμούς και προσανατολισμούς. Τα Επτάνησα τα ήθελε ως (οικονομική και στρατιωτική) βάση της στην ανατολική Μεσόγειο και σταθμό στο δρόμο της προς τις Ινδίες, όπως είχε το Γιβραλτάρ και τη Μάλτα. Γι’ αυτό ακριβώς, παραμερίζοντας τα σχετικά με ελευθερία και ανεξαρτησία, μετέβαλε εκείνο το επτανησιακό κράτος όχι απλά σε προτεκτοράτο της αλλά σε κάτι περισσότερο: σε μισο-αποικία της με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Οι Ριζοσπάστες στην Ιόνιο Βουλή στην Κέρκυρα διακήρυσσαν ότι δεν αναγνωρίζουν τη συνθήκη της Βιέννης του 1815 με την οποία οι Μεγάλες Δυνάμεις όρισαν την υπαγωγή της Επτανήσου υπό βρετανική Προστασία με εγγυητές τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις της διαβόητης «Ιερής Συμμαχίας». Αλλά ούτε και το συναφές αυταρχικό και ολιγαρχικό Σύνταγμα, που ο Βρετανός αρμοστής είχε επιβάλει το 1817 στα νησιά, παραβλέποντας κάθε άλλον, κατακτημένο κοινοτικό, πιο δημοκρατικό τοπικό θεσμό.
Το κράτος αυτό υπήρξε το δεύτερο κρατικό μόρφωμα μετά το 1453 στον ελληνικό χώρο. Είχε προηγηθεί η Επτάνησος Πολιτεία που είχε ιδρυθεί το 1800 με την ανοχή της Αγγλίας και ήταν δημιούργημα μιας παράξενης ρωσοτουρκικής συμμαχίας που έδωσε στα Επτάνησα την πρώτη μορφή κρατικής συγκρότησης υπό την υψηλή κυριαρχία του Σουλτάνου. Η διάρκεια της Επτανήσου πολιτείας τελείωσε το 1807.
Στο πλαίσιο της ιστορικής παραποίησης και λήθης αποσιωπάται ότι από την περίοδο της Ενετοκρατίας (14ος αι. – 1797) και στη διάρκεια της τριπλής κατοχής από Γάλλους, Ρώσους, Άγγλους, της Ιονίου Πολιτείας (1800 - 1864) οι εξεγέρσεις και οι επαναστάσεις των αγροτών, των ποπολάρων - αφού η ντόπια αριστοκρατία είχε ευθυγραμμιστεί με τον κατακτητή- αποτελούσαν μόνιμο φαινόμενο. Από την εξέγερση της Βουκέντρας (Λευκάδα) και τις σποραδικές εξεγέρσεις σε απομακρυσμένα χωριά της Κέρκυρας (Νυμφές, Επίσκεψη, Λευκίμμη, Αυλιώτες, Καρουσάδες) και την Επανάσταση ή το Ρεμπελιό των Ποπολάρων (Ζάκυνθος 1628-1631) που θεωρείται η πρώτη ταξική επανάσταση της νεοελληνικής ιστορίας, μέχρι την εξέγερση στο Σταυρό και στη Σκάλα (Κεφαλονιά 1848 – 49) μεσολαβούν μικροί ή μεγάλοι αγώνες. Αγώνες για κοινωνική δικαιοσύνη και εθνική απελευθέρωση που κράτησαν σχεδόν τέσσερις αιώνες.
Η ελληνική επανάσταση (1821) και η δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους αποτέλεσαν το έναυσμα μακρών αγώνων που απέκτησαν και την πολιτική τους έκφραση μέσα από τις τάξεις του ριζοσπαστικού κόμματος το 1848. Είναι μια χρονιά ορόσημο στην παγκόσμια ιστορία, όπου εκδόθηκε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο των Κ, Μαρξ – Φρ. Ένγκελς, η χρονιά των επαναστάσεων στη Γερμανία και στη Γαλλία.
Ο επτανησιακός ριζοσπαστισμός, ως ιδεολογικό ρεύμα και ως πολιτική πράξη έχει τις ρίζες του στη γαλλική κατοχή των νησιών (1797-1799) και τα πρώτα χρόνια της Επτανήσου Πολιτείας (1800-1807), για να ευδοκιμήσει μέσα στα δύσκολα χρόνια της Αγγλοκρατίας στα Ιόνια νησιά (1809-1864). Στα Επτάνησα από την περίοδο της Βενετοκρατίας (1500-1797) είχε δημιουργηθεί κάποια «εν δυνάμει» αντίληψη για την τοπική αυτοδιοίκηση και τα πολιτικά δικαιώματα του πληθυσμού, καθώς η Γαληνοτάτη επεδίωκε, μέσα από τη συμμετοχή των αριστοκρατικών βέβαια στοιχείων στην τοπική διοίκηση, την «ἐνεργητικήν ὑπακοήν» των υπηκόων της. Παράλληλα, η επιρροή του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, με βασικό φορέα τους νέους, που σπούδαζαν στα ιταλικά κυρίως Πανεπιστήμια, είχε συντελέσει, ώστε προς τα τέλη του 18ου αιώνα τα Ιόνια νησιά να καταστούν φυτώρια φιλελευθερισμού αλλά και γέφυρες μετακένωσης των νέων ιδεών προς τον τουρκοκρατούμενο ελλαδικό χώρο. Η ιδεολογική και πολιτική ωστόσο «συνάντηση» των Επτανησίων με τη Γαλλία και τις φιλελεύθερες ιδέες έγινε συγκεκριμένη και αποτελεσματική με την κατάληψη των νησιών του Ιονίου από τους δημοκρατικούς Γάλλους του Ναπολέοντα Βοναπάρτη το 1797.
Το 1803 με τη σύμφωνη γνώμη των δύο επικυρίαρχων της Επτανήσου Πολιτείας Δυνάμεων θα ξεκινήσει και θα ολοκληρωθεί η σύνταξη και η ψήφιση νέου συνταγματικού χάρτη με κύριο συντάκτη – εισηγητή του σχεδίου αλλά και της Εισηγητικής Έκθεσης, τον Κεφαλονίτη Ιωάννη Φραγκίσκο Τζουλάτη, ένθερμο θιασώτη των φιλελεύθερων αρχών. Τόσο στην Έκθεση όσο και στο ίδιο το συνταγματικό κείμενο αποτυπώνονται καθαρά τέσσερις φιλοσοφικές και ιδεολογικές συντεταγμένες, εκείνες του αντιξενοκρατισμού, του αντιαριστοκρατισμού, του φιλελευθερισμού και του αστικοδημοκρατισμού. Είναι δηλαδή έκδηλοι οι πολιτικοκοινωνικοί, φιλελεύθεροι και δημοκρατικοί προσανατολισμοί και στόχοι, που διατρέχουν όλες τις διατάξεις του συντάγματος του 1803, τεκμηριώνοντας έτσι τις ισχυρότατες επιδράσεις στην Εισηγητική Έκθεση και στο Σύνταγμα των αρχών γενικά του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, ειδικότερα του Νεοελληνικού και συγκεκριμένα των διακηρύξεων του Ρήγα και του Συντάγματός του. Διότι ο Τζουλάτης, γνώστης των ιδεολογικών ζυμώσεων της εποχής του και παρών στις πολιτειακές μεταβολές του τόπου του, δεν μπορεί να μη γνώριζε τη σκέψη και το έργο του Ρήγα, τα οποία άλλωστε είχε κάνει γνωστά στον ιόνιο χώρο ο Χρ. Περραιβός. Εκτός από το παραπάνω δικαίωμα, το Σύνταγμα του 1803 έχει προχωρήσει στην καθιέρωση κι άλλων σημαντικών ατομικών δικαιωμάτων, γεγονός που πάλι τεκμηριώνει την επίδραση των αρχών γενικά του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και ειδικά των πολιτικών κειμένων του Ρήγα.
Ως Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός έχει οριστεί το πολιτικό εκείνο φαινόμενο, που εκδηλώθηκε από το 1848 μέχρι το 1864 στα Ιόνια νησιά, τα οποία από το 1815 βρίσκονταν κάτω από Βρετανική Προστασία. Η λέξη «Ριζοσπαστισμός» με το κοινωνικό και πολιτικό της περιεχόμενο προέρχεται από τη γαλλική πολιτική ορολογία, με ρίζες που φτάνουν βέβαια μέχρι τις ιδεολογικοπολιτικές διαμάχες του βρετανικού 17ου αιώνα, αν και ο χαρακτηρισμός του «ριζοσπάστη» δόθηκε στα Επτάνησα όχι από τους φορείς αλλά από τους αντιπάλους του Ριζοσπαστισμού. Ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός συνιστούσε ένα κίνημα, ένα λαϊκό κίνημα, το οποίο συναπαρτίστηκε από διάφορα τόσο στην προέλευση όσο και στην ιδεολογία κοινωνικά στρώματα, η πολιτική έκφραση των οποίων εναντιωνόταν μέσα από συγκροτημένη δραστηριότητα στις κυρίαρχες επτανησιακές κοινωνικές και πολιτικές ομάδες και στην ξενική - Βρετανική – Προστασία αποβλέποντας, μέσα από την ανατροπή του ισχύοντος καθεστώτος, στην εδραίωση δημοκρατικής πολιτείας με κοινωνικά χαρακτηριστικά. Κάτω από το Ριζοσπαστισμό στεγάστηκαν τα συμφέροντα, εκφράστηκαν τα πολιτικά «πιστεύω» και αναπτερώθηκαν οι ελπίδες μεσοαστικών, μικροαστικών και κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων (καλλιεργητές στην ύπαιθρο και εργαζόμενοι στις πόλεις). Γι’ αυτό ακριβώς ο Ριζοσπαστισμός στα Επτάνησα εκφράστηκε μέσα από ένα φάσμα διαβαθμίσεων του πολιτικού ριζοσπαστισμού, χωρίς όμως να χάνει τα κύρια γνωρίσματά του. Και αυτό είναι κατανοητό, αφού ο Ριζοσπαστισμός στο Ιόνιο πήρε κινηματική μορφή και λειτούργησε ως λαϊκό κίνημα.
Ζούσε η Ευρώπη τότε (δεκαετίες του 1830, 1840 και 1850) σ’ ένα κλίμα επαναστατικό και οι Ριζοσπάστες επιθυμούσαν και διέβλεπαν μεγάλες μεταβολές στα ευρωπαϊκά πράγματα, οι οποίες θα οδηγούσαν στην πτώση της ευρωπαϊκής αντίδρασης, που κρατούσε αλυσοδεμένους τους λαούς, και θα στόχευαν στην οικοδόμηση μιας νέας Ευρώπης, με τους λαούς ελεύθερους και τους πολίτες ισότιμους. Οι «ομοιοπαθείς αδελφοί», όπως αποκαλούσαν οι Ριζοσπάστες τους ευρωπαϊκούς λαούς, πρέπει να ενωθούν, για να κερδίσουν την πραγματική ελευθερία τους.
Και το όραμα των Ριζοσπαστών για την ενωμένη Ευρώπη διατυπώθηκε από τον Μομφερράτο στην εφημερίδα του Αναγέννησις, στις 18 Απριλίου 1859: Είναι αναπόφευκτο ότι θα κατεδαφιστεί το «σαθρόν οικοδόμημα της ιεράς μεν καλουμένης συμμαχίας, ασεβούς δε και ανιέρου συμμαχίας των βασιλέων», και στη θέση του «θα εγερθή το νέον και μέγα οικοδόμημα της αληθούς ιεράς και αγίας των λαών συμμαχίας» και τότε «αντί των ελευθεροκτόνων ηγεμονικών συνεδρίων επί τη βάσει της ελευθέρας εθνικότητος, της κυριαρχίας των λαών και της μεταξύ των αλληλεγγύης [θα] ανιδρυθή εν είδος ευρωπαϊκής συμπολιτείας, όπου προς τοις άλλοις, αι μεταξύ των εθνών σχέσεις θέλουσι διευθετείσθαι, όχι πλέον εγωϊστικώς δυσμενώς και εχθροπαθώς, αλλ’ αδελφικώς εν πλήρει ισότητι, αμοιβαιότητι και δικαιοσύνη».
Η πολιτική δράση του Ριζοσπαστισμού πρωτοεκδηλώθηκε δημόσια στην Κεφαλονιά το 1848 –όταν με τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις του αρμοστή Seaton παραχωρήθηκε το δικαίωμα της ελευθεροτυπίας και τον επόμενο χρόνο το δικαίωμα της ελεύθερης εκλογής των βουλευτών και γρήγορα εξαπλώθηκε στο νησί, μπόλιασε και τη Ζάκυνθο και δεν άργησε να δημιουργήσει σοβαρές εστίες και στα άλλα ιόνια νησιά. Σκοπός των ριζοσπαστών ήταν όχι μόνο η ένωση με την Ελλάδα, αλλά έθεταν ως στόχο την οικοδόμηση μιας δίκαιης και ελεύθερης κοινωνίας. Το κίνημα συμπορεύτηκε ιδεολογικά με τα επαναστατικά κινήματα της Ευρώπης. Τα κινήματα αυτά είχαν κοινούς στόχους, όπως την οικοδόμηση μιας γνήσια ελεύθερης κοινωνίας ισότητας και την ένωση όλων των λαών πέρα από εθνικούς και άλλους διαχωρισμούς. Ο επτανησιακός Ριζοσπαστισμός (1848-1864) ήταν κίνημα εθνικό-απελευθερωτικό απαιτώντας δηλαδή την Ένωση της Επτανήσου με την ελεύθερη Ελλάδα σύμφωνα με την πολυδύναμη αρχή των εθνοτήτων (καρμποναρισμός) και συγχρόνως εμπνεόταν από τα δημοκρατικά ιδανικά των γαλλικών επαναστάσεων του 1789 και του 1848 (λαϊκή κυριαρχία, ισότητα, ελευθερία, αδελφότητα). Βέβαια η ηγεσία του ριζοσπαστικού κινήματος αποτελούνταν από τα προοδευτικά, φιλελεύθερα και δημοκρατικά στοιχεία της υπό διαμόρφωση τοπικής αστικής τάξης (έμποροι, καραβοκύρηδες κ.α.) και της διανόησης, που σήκωσε το βάρος της ανάπτυξης του κινήματος αυτού και της αντίστασης στην αγγλική κατοχή και κυριαρχία. Οι συνεχείς εξεγέρσεις εντάθηκαν. Η επέμβαση του αγγλικού στρατού τις περιόρισε για λίγο, αλλά το 1848 - 49 η εξέγερση στη Σκάλα Κεφαλονιάς εξελίχθηκε σε κανονική ένοπλη αντιπαράθεση.
Το σκληρό καθεστώς της «προστασίας» αναγκάστηκε η αγγλική διοίκηση να το φιλελευθεροποιήσει το 1848 λόγω των λαϊκών αντιδράσεων και εξεγέρσεων, των διεθνών επικρίσεων και της κριτικής ακόμα και άγγλων βουλευτών. Παραχώρησε το δικαίωμα της ελευθεροτυπίας και επέτρεψε την ίδρυση μορφωτικών λεσχών που εξελίχθηκαν σε κέντρα πολιτικής δράσης. Η φιλελευθεροποίηση αξιοποιήθηκε και με την έκδοση εφημερίδων και οι πολιτικές κινήσεις οργανώθηκαν εκπροσωπώντας τρεις τάσεις, τρία κόμματα: των μεταρρυθμιστών, των ριζοσπαστών και των υποστηρικτών της «προστασίας». Οι μεταρρυθμιστές πίστευαν ότι ήταν αδύνατη η άμεση εθνική αποκατάσταση κι ότι έπρεπε να προηγηθεί ένα στάδιο συνταγματικών μεταρρυθμίσεων. Το αίτημα έθεσε ο Κερκυραίος Ανδρέας Μουστοξύδης και απορρίφτηκε. Στο μεταξύ, οι ενωτιστές αποδεχόμενοι ουσιαστικά την αγγλική πολιτική για το Επτανησιακό Ζήτημα, συνέβαλαν και μέσα στη Βουλή με την ψήφο τους στην αγγλόπνευστη Ένωση.
Κύριος εκφραστής του Επτανησιακού Ριζοσπαστισμού υπήρξε ο Κεφαλονίτης Ιωσήφ Μομφερράτος, ο οποίος σε ολόκληρη την πολιτική του σταδιοδρομία έδειξε καταπληκτική συνέπεια και αξιοθαύμαστο αγωνιστικό ήθος. Αυτός, μαζί με το αίτημα της ένωσης των Επτανήσων με την Ελλάδα, έθετε και γενικότερα ζητήματα εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, όπως προέβλεπε η ιδεολογία του πολιτικού Ριζοσπαστισμού: εθνική αποκατάσταση του συνόλου των Ελλήνων σε ένα κράτος ελεύθερο και ανεξάρτητο χωρίς καμιά ξενική επιρροή, δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος στη βάση της αβασίλευτης δημοκρατίας, της καθολικής ψηφοφορίας και της λαϊκής κυριαρχίας, κατάργηση των φεουδαρχικών σχέσεων και οικονομικός φιλελευθερισμός, «δημοκρατική ανάπλαση της Ανατολής» και συγκρότηση «Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας». Πλάι σε αυτόν είχε σταθεί ο συμπατριώτης του Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος, ο οποίος συνοδοιπόρησε με τον Ι. Μομφερράτο κατά την αρχική περίοδο του ριζοσπαστικού ενωτικού αγώνα 1848-1851, αλλά και αργότερα, το 1862, σε μια κρίσιμη φάση του Επτανησιακού Ζητήματος, είχε τη στήριξή του μέσα στη ΙΒ΄ Ιόνια Βουλή, προσπαθώντας γενικότερα και οι δύο ριζοσπάστες να κινηθούν πάνω σε μια πορεία γόνιμης σύνθεσης και αποτελεσματικής δράσης.
Δύο φορές 1850 και 1857 οι Ριζοσπάστες υποβάλλουν πρόταση Ένωσης με την Ελλάδα. Όταν στις 26 Νοεμβρίου 1850, ο Ριζοσπάστης βουλευτής Ιωάννης Δετοράτος Τυπάλδος προτείνει στη βουλή το ψήφισμα για την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, η Βρετανία απαντά με διωγμούς, συλλήψεις, φυλακίσεις, εξορίες και κλείσιμο των εφημερίδων. Οι πρώτες ελεύθερες εκλογές του 1850 για την Θ΄ Ιόνια Βουλή έδωσαν μια σημαντική νίκη στους ριζοσπάστες. Αποκτούσε, μάλιστα, ξέχωρη σημασία εκείνη η εκλογική νίκη, γιατί σημειώθηκε μετά από την αποτυχία των δύο προηγούμενων λαϊκών εξεγέρσεων, που συνοδεύτηκαν από άγρια και σκληρή καταστολή από την Προστασία.
Το ψήφισμα της Ένωσης, που υποβλήθηκε από τους 11 Ριζοσπάστες βουλευτές στις 26 Νοεμβρίου 1850, στο οποίο διακηρυσσόταν το δικαίωμα της ανεξαρτησίας των Επτανησίων ως δικαίωμα φυσικό και απαράγραπτο, η πρότασή τους για την καθιέρωση της 25ης Μαρτίου ως εθνικής επετείου για τα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα, η πρότασή τους για την καθιέρωση της ελληνικής ως γλώσσας της διοίκησης, η πρότασή τους για την καθιέρωση της καθολικής ψήφου και τη νομοθετική κατοχύρωση της ισότητας των πολιτών, η πρότασή τους για τη νομοθετική κατοχύρωση των ατομικών ελευθεριών και των αστικών και πολιτικών δικαιωμάτων των πολιτών, η πρότασή τους για την περιστολή των δημοσίων δαπανών, η πρότασή τους για κατάργηση του νόμου του δεσμευτικού της ιδιοκτησίας των αγροληπτών και για κατάργηση του δικαιώματος της προτίμησης, η ισχύς του οποίου ωφελούσε τους μεγαλογαιοκτήμονες, η πρότασή τους για κατάργηση του ληστρικού πλειστηριασμού και του ανατοκισμού, που τροφοδοτούσε την τοκογλυφία σε βάρος των χαμηλότερων οικονομικά και κοινωνικά τάξεων, η πρότασή τους για αναθεώρηση των ποινικών νόμων.
Σε εκείνη την Θ΄ Βουλή η ριζοσπαστική κοινοβουλευτική ομάδα προσπάθησε να καταθέσει το ιστορικό πια υπέρ της Ένωσης ψήφισμα, με το οποίο έκανε λόγο για το απαράγραπτο δικαίωμα του επτανησιακού λαού να ενωθεί με τους αδελφούς του Έλληνες στο ελληνικό κράτος. Αμέσως μετά την ανάγνωση της πρώτης φράσης, σύμφωνα με τα Πρακτικά της Βουλής ή προς το τέλος της προτελευταίας παραγράφου του Ψηφίσματος, σύμφωνα με τους ριζοσπάστες βουλευτές, ο πρόεδρος της Βουλής διέκοψε τη συνεδρίαση, γιατί στο μεταξύ του παραδόθηκε ειδικό διάγγελμα του αρμοστή, με το οποίο κηρυσσόταν τη χρονική εκείνη στιγμή «λήξασα» η σύνοδος της Βουλής. Αποχώρησε από την αίθουσα μέσα σ’ ένα πανδαιμόνιο διαμαρτυριών αλλά και ζητωκραυγών.
Το πλήθος από τα θεωρεία ζητωκραύγαζε, επαινώντας τους ριζοσπάστες για την πρωτοβουλία τους, αλλά και διαμαρτυρόταν, αποδοκιμάζοντας την τακτική του αρμοστή και του προέδρου. Διαμαρτυρίες εντονότατες υπήρξαν και από την πλευρά των ριζοσπαστών βουλευτών, οι οποίοι προσπάθησαν επίμονα να καταχωριστεί το Ψήφισμα στα Πρακτικά της Βουλής. Δεν έγινε όμως κάτι τέτοιο κατορθωτό.
Ουσιαστικά με την επαναστατική τους εκείνη πράξη οι ριζοσπάστες υπονόμευαν τη λειτουργία του Κοινοβουλίου και γενικότερα της Προστασίας, και μέσα από το κείμενο του Ψηφίσματός τους καθιστούσαν σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν έχουν καμιά σχέση με το υπάρχον καθεστώς, για το οποίο ποτέ δεν έδωσε ο επτανησιακός λαός τη συγκατάθεσή του. Τόνιζαν ότι η ανεξαρτησία, η λαϊκή κυριαρχία και η εθνικότητα κάθε λαού, άρα και του επτανησιακού, που είναι τμήμα του ελληνικού, είναι δικαιώματα φυσικά, απαράγραπτα και αναπαλλοτρίωτα. Και υπογράμμιζαν ότι εξέλιπαν οι λόγοι συνέχισης της Προστασίας, αφού ήδη υφίσταται ελληνικό κράτος, δηλώνοντας έμμεσα αλλά σαφέστατα ότι είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν με κάθε θυσία για την ένωση των νησιών τους με το ελεύθερο ελληνικό κράτος.
Αυτή η ενέργεια της κατάθεσης ψηφίσματος ξεχείλισε το ποτήρι για την Προστασία και τα ντόπια όργανά της, γι’ αυτό και κατέβαλαν κάθε προσπάθεια να αποκεφαλίσουν το κίνημα, να τρομοκρατήσουν το λαό, να σκορπίσουν τη σύγχυση: φίμωσαν τις ριζοσπαστικές εφημερίδες, έκλεισαν τις ριζοσπαστικές πολιτικές λέσχες με διάφορες προφάσεις και προχώρησαν σε σκληρές διώξεις εναντίον του ριζοσπαστικού στοιχείου, φτάνοντας μέχρι και την εξορία ριζοσπαστών βουλευτών, όπως οι Η. Ζερβός Ιακωβάτος και Ι. Μομφερράτος, ενώ ήρθαν σε συνδιαλλαγή με τους μεταρρυθμιστές, οι οποίοι δέχτηκαν να συμπράξουν με την ξενοκρατία σε βάρος των ριζοσπαστών, αποκτώντας στο εξής πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο και θέσεις στον κρατικό μηχανισμό.
Οι δύο Κεφαλονίτες ριζοσπάστες Η. Ζερβός Ιακωβάτος και Ι. Μομφερράτος έμειναν στην εξορία περισσότερο από πέντε συνεχή χρόνια (Οκτώβριος 1851- Φεβρουάριος 1857). Αυτή η μακροχρόνια απουσία δημιούργησε σοβαρό κενό ηγεσίας στο ριζοσπαστικό κίνημα, με αποτέλεσμα το κέντρο της ριζοσπαστικής δράσης να μετατοπιστεί από την Κεφαλονιά στη Ζάκυνθο και να αναδειχτεί νέος ηγέτης ο Ζακυνθινός Κ. Λομβάρδος. Και εδώ σημειώνεται το παράδοξο στην ιστορία του Επτανησιακού Ριζοσπαστισμού: ένας νέος πολιτικός, που μέχρι το 1852, οπότε και εκλέχθηκε βουλευτής με το ψηφοδέλτιο των ριζοσπαστών, δεν είχε καμιά συμμετοχή στο ριζοσπαστικό κίνημα, δεν άργησε να προωθηθεί στην ηγεσία του ριζοσπαστικού κινήματος. Και όχι μόνο μέχρι τότε δε συμμετείχε στον αγώνα, αλλά και στη συνέχεια ως βουλευτής της ριζοσπαστικής παράταξης δε θα αρθρώσει ριζοσπαστικό λόγο. Επικέντρωνε το λόγο του και τον αγώνα του στην εθνική αποκατάσταση, στην ένωση δηλαδή των Επτανήσων με την Ελλάδα μέσα στο πλαίσιο της Μεγάλης Ιδέας. Ταύτιζε το ριζοσπαστικό αγώνα με τον ενωτικό, διακηρύσσοντας ότι αυτό είναι το λαϊκό ζητούμενο, καθώς άλλωστε το αίτημα της Ένωσης συσπείρωνε το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού, ενώ η προβολή αιτημάτων δημοκρατικής υφής και κοινωνικού περιεχομένου σε συνδυασμό με το ενωτικό αίτημα ισχυριζόταν ότι ήταν βλαπτική για τη λύση του εθνικού ζητήματος. Κάθε άλλο δηλαδή παρά αιτήματα και προτάγματα ριζοσπαστικής κατεύθυνσης.
Αντίθετα οι Ευγενείς και το κόμμα τους Προστασιανοί ή Καταχθόνιοι συναρτούσαν τα συμφέροντά τους από την αγγλική «προστασία» κρατώντας υποτελή στάση, ενώ οι Μεταρρυθμιστές επιδίωκαν μεταρρυθμίσεις μεταθέτοντας την Ένωση στο απώτερο μέλλον.
Ουσιαστικά υπήρξε μια έντονη αντιπαράθεση και σύγκρουση μεταξύ του Ι. Μομφερράτου, με ό, τι αυτός εξέφραζε και εκπροσωπούσε, και του Κ. Λομβάρδου, με ό, τι αυτός εξέφραζε και εκπροσωπούσε• καταγράφηκε μια επίμονη αντιπαράθεση, που κατέληξε σε σύγκρουση μεταξύ των ριζοσπαστών, με ό, τι αυτοί διακήρυτταν και οραματίζονταν, και ενός άλλου ρεύματος μέσα στο γενικότερο επτανησιακό ενωτικό κίνημα, των ενωτιστών, με ό, τι αυτοί διακήρρυτταν και οραματίζονταν.
Επειδή, όμως, ο Κ. Λομβάρδος είχε γίνει αποδεκτός στην καθημερινή πολιτική πράξη ως ριζοσπάστης και κινήθηκε μέσα στα γνώριμα νερά του ριζοσπαστικού ενωτικού κινήματος, στην πορεία του χρόνου γνωστά ριζοσπαστικά στελέχη προσχώρησαν, είτε πρόσκαιρα είτε μονιμότερα, στη «γραμμή» του Κ. Λομβάρδου (από την Κεφαλονιά οι Γεράσιμος Λιβαδάς, Ιωάννης Τυπάλδος Δοτοράτος Καπελέτος, Θεόδωρος Καρούσος και από τη Ζάκυνθο οι Δημήτριος Καλλίνικος, Γεώργιος Βερύκιος). Επίσης κορυφαίοι ριζοσπάστες χρησιμοποίησαν, για να τον χαρακτηρίσουν, τη λέξη «ριζοσπάστης» στη σύνθετη ονομασία «ψευδοριζοσπάστης» ή «νεοφώτιστος ριζοσπάστης», έτσι θεωρήθηκε ότι οι διαφωνίες, οι αντιπαραθέσεις και η σύγκρουση μεταξύ Ι. Μομφερράτου και Κ. Λομβάρδου ή, για να το πούμε διαφορετικά, μεταξύ «παλαιών ή αληθών ριζοσπαστών» και «νεοφώτιστων ριζοσπαστών» συνέβησαν «εντός των τειχών» του ριζοσπαστικού κινήματος –κάτι που δεν απηχεί την ουσία του θέματος. Έτσι, γινόταν και γίνεται ακόμη λόγος από μελετητές του Επτανησιακού Ριζοσπαστισμού για «παραποίηση» της ριζοσπαστικής ιδεολογίας από τον Κ. Λομβάρδο και για «σχίσμα» μεταξύ «παλαιών» και «νέων» ριζοσπαστών. Σχίσμα, όμως, δεν υπήρξε, ούτε επομένως διάσπαση του ριζοσπαστικού κινήματος. Εκείνο που συνέβη ήταν μια οξύτατη σύγκρουση, στα τέλη της δεκαετίας του 1850 με αρχές της δεκαετίας του 1860 (1857-1862), μεταξύ των ριζοσπαστών (άλλοτε των Ζακυνθινών και άλλοτε των Κεφαλονιτών) και των ενωτιστών με αιχμή τη σύγκρουση του Κεφαλονίτη ριζοσπάστη Ι. Μομφερράτου και του Ζακυνθινού ενωτιστή Κ. Λομβάρδου -ο καθένας με τους ομοϊδεάτες του- που πέρασε από διάφορες φάσεις και προκάλεσε ποικίλες παρενέργειες.
Οι «Αληθείς Ριζοσπάστες» ( Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος, Ιωσήφ Μομφεράτος) θα επιμένουν μέχρι τέλος στο κοινωνικό περιεχόμενο του αγώνα καταδικάζοντας τις μεγάλες δυνάμεις, τους «τυράννους και καταπιεστές των λαών» αρνούμενοι να υπογράψουν την Ένωση στις 23 Σεπτεμβρίου/5 Oκτωβρίου 1864 το IΓ' Iόνιο Κοινοβούλιο. Η εφημερίδα του Ι. Μομφερράτου: «… η Αναγέννησις κηρύττει άνευ δισταγμού ενώπιον της Επτανήσου και του έθνους ότι Ριζοσπαστισμός είναι ταυτόσημος με το δημοκρατικομμουνισμός. […] Αν τινές […], δύο ή τρεις εν Κεφαλληνία σοσιαλισταί ή κομμουνισταί αποκαλούνται Ριζοσπάσται, δεν έπεται εκ τούτου ότι όσοι αποκαλούνται Ριζοσπάσται είναι δια τούτο σοσιαλισταί ή κομμουνισταί». Η Αναγέννηση (9 Απριλίου 1849), επικροτούσε τα συνθήματα που αναρτήθηκαν στο «Δημοτικό Κατάστημα Αργοστολίου» για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου της χρονιάς εκείνης: «Εθνική ανεξαρτησία — Ζήτω η απελευθέρωσις των λαών» και «Ελευθερία — Ισότης — Αδελφότης. — Ζήτω η Παγκόσμιος Δημοκρατία».
Τελικά για την παραχώρηση των νησιών υπογράφτηκαν και οι σχετικές συνθήκες στις οποίες η Μ. Βρετανία επέβαλε την κατεδάφιση των φρουρίων και την ουδετερότητα Κέρκυρας και των Παξών. Η Αγγλία ήταν υπέρ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και κατά της παραπέρα διεύρυνσης των ελληνικών συνόρων, που τότε περιλάμβαναν μόνο την Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και τις Κυκλάδες. Επομένως, η Αγγλία δε θα ήθελε να χρησιμοποιηθούν τα Επτάνησα, που συνόρευαν στο κεντρικό και βόρειο τμήμα τους με την οθωμανοκρατούμενη Ελλάδα, ως βάση εναντίον του Σουλτάνου. Εξάλλου, οι ισχυρές οχυρώσεις της Κέρκυρας ιδιαίτερα αλλά και των άλλων νησιών πολλαπλασίαζαν στην περιοχή τη στρατιωτική δύναμη της Ελλάδας και αυτό δεν το ήθελε καθόλου η Αγγλία.
Η Συνθήκη του Λονδίνου στις 17/29 Μαρτίου 1864 καθόριζε όρους, που κάποιοι ήταν απαράδεκτοι για την Ελλάδα. Ενδεικτικά: 1) Το ελληνικό κράτος υποχρεωνόταν να αυξήσει την ετήσια βασιλική χορηγία κατά 10.000 στερλίνες - ποσό που θα προερχόταν από τα δημόσια έσοδα των Επτανήσων. 2) Οι τρεις «Προστάτιδες Δυνάμεις» της Ελλάδας, η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία, παραιτούνταν υπέρ του Γεωργίου από τις 12.000 στερλίνες – ποσό που η Ελλάδα υποχρεωνόταν να αποδίδει κάθε χρόνο σε αυτές τις χώρες.
Κατά τη διαπραγμάτευση η ένωση συμπεριλάμβανε και τη νησίδα Σάσωνα που βρίσκεται στην είσοδο του λιμανιού της Αυλώνας, διότι και αυτή ανήκε στο Ηνωμένο κράτος των Ιονίων νήσων. Η Ελλάδα, όμως, ουδέποτε άσκησε πράξεις προσάρτησης και τελικά παραιτήθηκε των δικαιωμάτων της το 1914 κατ΄ απαίτηση της Ιταλίας.
Ο επτανησιακός ριζοσπαστισμός επηρέασε την πολιτική ζωή της Ελλάδας (Σύνταγμα 1864) μεταφέροντας την εμπειρία από αγώνες εθνικοαπελευθερωτικούς και κοινωνικούς αγώνες. Δεν είναι τυχαίο ότι τα πρώτα βήματα του Κοινωνισμού (σοσιαλισμού) στην Ελλάδα συνδέονται με ονόματα Επτανησίων, όπως: του Π. Πανά, του Ρόκου Χοϊδά, του Δρακούλη, του Μαρίνου Αντύπα. Επηρέασαν βαθύτατα και συνέβαλαν στην ανανέωση της πνευματικής και πολιτιστικής ζωής (Σπ. Ζαμπέλιος, Πέτρος Βράιλας Αρμένης, Παύλος Καλλιγάς κ.α.) φέρνοντας μια λαμπρή ποιητική κληρονομιά με κορυφαίο τον Δ. Σολωμό. Η επτανησιακή σχολή επηρέασε και μεταμόρφωσε την αθηναϊκή. Συνέβαλαν, τέλος, στην προβολή και διεκδίκηση του αιτήματος για αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας. Για πρώτη φορά σε ακαδημαϊκή εκδήλωση θα χρησιμοποιηθεί δημοτική γλώσσα από τον Αρ. Βαλαωρίτη στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου .
Κλείνοντας να τονίσουμε, όπως διακήρυττε ο ριζοσπάστης Ιωσήφ Μομφεράτος η κάθε «προστασία» είναι ύποπτη. Οι αγώνες και οι αγωνιστές τιμώνται και δικαιώνονται στο σήμερα με τη συνέχιση των αγώνων ενάντια σε κάθε είδους «προστασία», για ΛΕΥΤΕΡΙΑ και πραγματική ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ!

Δίωξη Ευαγγελίας Τριανταφύλλου: Συγκέντρωση Παρασκευή 23/5 στην ΠΔΕ Αττικής στις 09:30 πμ
Η υπόθεση της νηπιαγωγού Ευαγγελίας Τριανταφύλλου, που παραπέμπεται σε πειθαρχικό συμβούλιο με το ερώτημα της δυνητικής αργίας, έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων στον εκπαιδευτικό κόσμο. Η παραπομπή της δεν...

Συγκέντρωση διαμαρτυρίας & αλληλεγγύης Παρασκευή 23/5, 12.30, Προπύλαια, Να γυρίσει ο Δ. Αντωνίου στη δουλειά του!
